Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2014

Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου

Απόσπασμα από το Ιστολόγιο :ΠΑΙΔΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ



Υπόθεση 
Στην Αθήνα του 1940-44 παρακολουθούμε την πορεία του εννιάχρονου Πέτρου προς την εφηβεία την ώρα που ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος μαίνεται. Οι εξελίξεις στα μέτωπα συμπαρασύρουν την καθημερινότητα και στο σπίτι του, τη γειτονιά και το σχολείο. Οι συγγενείς και οι φίλοι που τον περιστοιχίζουν, κάτω από την πίεση των γεγονότων, αλλάζουν κι αυτοί -προς το καλύτερο ή το χειρότερο-, άλλοτε θυμίζοντας αναξιοπρεπείς, πεινασμένες σκιές και άλλοτε αποφασισμένους μικρούς ήρωες, έτοιμους για όλα.

Κριτική
Πρόκειται για το κλασικό, βραβευμένο μυθιστόρημα της Άλκης Ζέη που μας μιλάει για τα χρόνια της κατοχής στην Αθήνα, μέσα από την αθώα ματιά του μικρού Πέτρου. Η γραφή είναι απλή και η γλώσσα που χρησιμοποιεί η συγγραφέας ζωντανή και σαφής, ακόμα και για μικρότερα παιδιά. Το μέγεθος της ιστορίας όμως, το στήσιμο του βιβλίου και κάποιες δύσκολες σκηνές (άλλες με νοερές αναζητήσεις και άλλες με φρικτές εικόνες), δεν μας επιτρέπουν να το προτείνουμε σε πιο άπειρους αναγνώστες, που αν επιχειρήσουν να το διαβάσουν πιθανότατα θα κουραστούν. Αντίθετα, οι εμπειρότεροι θα το απολαύσουν, καθώς το χιούμορ της Ζέη και πολλές από τις αναφορές της, -παρότι "αόρατες" στα μάτια των μικρότερων- θα βρουν τον τρόπο να τους συγκινήσουν. Βιβλίο διαχρονικό λοιπόν που απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες. Ως προς τη δομή του, χωρίζεται σε τέσσερα μέρη και 25 κεφάλαια με πολύ έξυπνους τίτλους που "παίζουν" με το κείμενο. Δυστυχώς, δεν υπάρχει ούτε υποψία εικονογράφησης (ούτε στην παλιά, ούτε στη νέα έκδοση).
Προτείνεται ανεπιφύλακτα σε παιδιά Στ' Δημοτικού και Γυμνασίου, καθώς πιστεύουμε πως είναι από τα κείμενα που μπορούν να επηρεάσουν αποφασιστικά τη σχέση ενός παιδιού με το διάβασμα...  ίσως αυτός να είναι ένας από τους λόγους που το βιβλίο έχει μεταφραστεί σε τόσες ξένες γλώσσες (περισσότερα εξώφυλλα εκδόσεων εδώ)




Το εξώφυλλο της γαλλικής έκδοσης...


...και της έκδοσης στα ρωσικά

Η Άλκη Ζέη έχει ζήσει τα γεγονότα από πρώτο χέρι και μας τα μεταφέρει αριστοτεχνικά. Άλλοτε μέσα από τη ματιά του μικρού αγοριού που δεν πολυκαταλαβαίνει (ή δεν το πολυσυνερίζονται), άλλοτε ελαφραίνοντας με το χιούμορ της καταστάσεις δύσκολες που μετατρέπονται σε κωμικοτραγικές, κι άλλοτε αφήνοντας τις ωμές εικόνες από τη φρίκη του κατοχικού χειμώνα να μιλήσουν μόνες τους. Παρακολουθούμε τις εξελίξεις βήμα προς βήμα: Αρχικά, την προκατοχική καθημερινότητα που αλλάζει με κάθε νέο του ραδιοφώνου, κι αφήνει άλλους να πανηγυρίζουν κι άλλους να ανησυχούν. Στη συνέχεια, την βουβαμάρα που προκαλεί το απειλητικό πρόσωπο του πολέμου, καθώς αυτός πλησιάζει. Έπειτα τη βία, τις στερήσεις και την εξαθλίωση, που μετατρέπει τους ανθρώπους σε τέρατα. Και τέλος, την ελπίδα που σιγά σιγά ξυπνάει, δυναμώνει μέσα από τους αγώνες και ξανακάνει τα κουρέλια, ανθρώπους. Τι περισσότερο να ζητήσει κανείς από ένα παιδικό βιβλίο;

Παρότι είναι δύσκολο να αποδοθεί μια περίοδος σαν της Κατοχής χωρίς σκηνές "δύσκολες" για μικρά παιδιά, η συγγραφέας καταφέρνει να μας βάλει στο κλίμα χωρίς να κάνει κατάχρηση. Η βία και η αναλγησία των κατακτητών αποδίδεται αρχικά έμμεσα: ένας αξιωματικός μαστιγώνει με κακία τον σκύλο στην αυλή (σ.60) ενώ αργότερα περιγράφεται από τρίτους πώς ένας γερμανός έσπασε το χέρι ενός άγνωστου παιδιού (σ.131). Στη συνέχεια βέβαια τα πράγματα αγριεύουν, αφού τα προβλήματα αρχίζουν να αγγίζουν την οικογένεια του Πέτρου, ενώ για να λέμε και την αλήθεια, δεν υπάρχουν και πολύ μετριοπαθείς τρόποι να αναφερθεί κανείς σε ανθρώπους που πέφτουν στο δρόμο από την πείνα. Στις τελευταίες 50 σελίδες που επέρχεται η κορύφωση, οι περιγραφές αγριοτήτων γίνονται περισσότερες, αμεσότερες και πιο ρεαλιστικές, καθώς πολλά κατοχικά γεγονότα "στριμώχνονται"  μαζί. Έτσι, συγκινούμαστε με  τον χαμό της Δροσούλας, αγανακτούμε για τις εκτελέσεις στο σκοπευτήριο, μελαγχολούμε για την εξαφάνιση των Εβραίων, αγωνιούμε για τον Πέτρο που μπλέκει σε μπλόκο και, τέλος, συγκλονιζόμαστε από την ωμή εκτέλεση του αδάμαστου Σωτήρη.

Να αναφέρουμε εδώ, ότι στο κείμενο διαφοροποιείται αρκετά ο τρόπος που αποδίδονται οι Ιταλοί και οι Γερμανοί κατακτητές. Οι πρώτοι αντιμετωπίζονται με σχετική συμπάθεια, που στο τέλος επιτρέπει στον φυγά "Γκαριμπάλντι" να γίνει μέλος της οικογένειας του πρωταγωνιστή, ενώ οι δεύτεροι περιγράφονται ως εντελώς απάνθρωπα όντα και καταδικάζονται χωρίς ελαφρυντικά: Τα μάτια τους είναι ατσαλένια (σ.186) και αντί να μιλούνε κάνουνε χρουστ χριστ (σ.62) ενώ η παρουσία τους πετρώνει τις καρδιές των ανθρώπων (σ.143). Ας ελπίσουμε οι μικροί αναγνώστες να καταλάβουν την υπερβολή που κρύβει η περιγραφή του Πέτρου και να μη θεωρήσουν πως όλοι οι Γερμανοί ανεξαιρέτως (συμπεριλαμβανομένων των σύγχρονων δανειστών μας) είναι άγρια θηρία που θέλουν να μας φάνε.